Μιλώντας για τη δημοκρατία, είναι σαφές ότι ένα άρθρο κοινής γνώμης είναι πολύ δύσκολο να συνοψίσει σε λίγες μόνον γραμμές τα σύγχρονα ζητήματα που ανακύπτουν, για αυτό και ο σκοπός του εδράζεται στην περιγραφή ενός ευρύτερου πλαισίου. Η πανδημική και οικονομική/ενεργειακή κρίση, η ακρίβεια, καθώς και το ψυχροπολεμικό κλίμα έχουν οδηγήσει σε μια άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, η οποία κλιμακώθηκε περαιτέρω με την εκλογική νίκη της Τζώρτζια Μελόνι στην Ιταλία. Η Γαλλία είδε τη Μαρί Λεπέν να αυξάνει σημαντικά τα ποσοστά της, ο Βίκτορ Όρμπαν συνεχίζει να κυριαρχεί στην Ουγγαρία, ενώ και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες το «φάντασμα» της ακροδεξιάς χτυπάει από-φασιστικά την πόρτα. Η ακροδεξιά, φορώντας επιδέξια τον δημοκρατικό μανδύα, επιχειρεί να καταλάβει την εξουσία σε μια εποχή αύξησης του ριζοσπαστισμού, προβάλλοντας τον εαυτό της ως αντισυστημική λύση, παρά το χρόνιο ιστορικό εξυπηρέτησης των «ελίτ» που την χαρακτηρίζει. Η νομιμοποίηση, ή αν θέλετε καλύτερα, η παρουσίαση της ακροδεξιάς ως κάτι το φυσιολογικό σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελεί τον «δούρειο ίππο» του ευρωσκεπτικισμού που ίσως καταστρέψει τα υπάρχοντα σαθρά θεμέλια του ενωτικού οικοδομήματος, απειλώντας τη δημοκρατική ομαλότητα.
Στη χώρα μας τα ζητήματα δημοκρατίας έχουν λάβει διαφορετικό, εν μέρει, περιεχόμενο από το αντίστοιχο ευρωπαϊκό. Παρά τις νικηφόρες μάχες κατά του φασισμού κατά τα προηγούμενα χρόνια και την αδυναμία εκλογής νεοφασιστικών κομμάτων στις εκλογές του 2019, οι χλιαρές αντιδράσεις στους ναζιστικούς χαιρετισμούς μέσα στις δικαστικές αίθουσες δημιουργούν ερωτήματα, όσον αφορά την αποδοχή ύπαρξης της ακροδεξιάς, ως κάτι το φυσιολογικό για τη δημοκρατία μας. Δυστυχώς, στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, τα στοιχεία αυτά έλαβαν το «χρίσμα», υπουργοποιήθηκαν και σε κάποιες περιπτώσεις πρόταξαν τη σύμπλευση με μια «σοβαρότερης» μορφής ακροδεξιά, ως συντηρητικής συμμάχου. Η απειλή απέναντι στη δημοκρατία δεν αποκαλύπτεται μόνο από τα ανωτέρω. Η χώρα μας βρίσκεται στην 108η θέση παγκοσμίως στην κατάταξη περί ελευθερίας του Τύπου και στην τελευταία θέση ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης. Όμως και πάλι, μεθύστερα γεγονότα αποτελούν τον πυρήνα του προβληματισμού. Αλήθεια, είναι φυσιολογικό για τη δημοκρατία, μια κυβέρνηση, πέραν του ελέγχου σε συντριπτικό βαθμό των ΜΜΕ, να υποκλέπτει τους πολιτικούς της αντιπάλους; Προφανώς όχι. Είναι ηθικά και δημοκρατικά σωστό η κυβέρνηση να εργαλειοποιεί ειδεχθείς υποθέσεις όπως αυτής του βιασμού ενός δωδεκάχρονου κοριτσιού για να επιτεθεί με fakenews, δια στόματος κορυφαίων στελεχών της, στους αντιπάλους της, ανακαλώντας μετά από έντονες αντιδράσεις; Καταφανώς όχι. Επομένως, η εξουσία ασκείται από την κυβέρνηση, όχι με γνώμονα την εξυπηρέτηση του δημοκρατικού ιδεώδους ανεξαρτήτως πολιτικών/κομματικών πεποιθήσεων, αλλά με στοχοθεσία την απευθείας στηλίτευση του αντιπάλου με τη συνδρομή διαφόρων μηχανισμών προπαγάνδας.
Η δημοκρατία δεν έχει ανάγκη αυτούς που την αμαυρώνουν στον βωμό διατήρησης της εξουσίας τους, ούτε αυτούς που με τη «μεταμφίεσή» τους επιθυμούν να επιστρέψουν τις κοινωνίες μας στον σκοταδισμό και τη μισαλλοδοξία. Η δημοκρατία έχει ανάγκη τους ανθρώπους που θα την υπερασπιστούν και θα την οδηγήσουν στον τελολογικό σκοπό της, δηλαδή στην επίτευξη της ανθρώπινης ευημερίας και στην ελευθερία του ανθρώπου ως προς τη δράση, τη σκέψη και τη συναναστροφή. Η αριστερά και ο προοδευτικός χώρος ήταν, είναι και θα είναι πάντα έτοιμοι να υπηρετήσουν αυτόν τον σκοπό χωρίς φόβο και πάντα με «επίκεντρο» τον άνθρωπο.
*Ο Χρήστος Ρόκος είναι Χειρουργός Κεφαλής και Τραχήλου, κάτοχος Μεταπτυχιακού τίτλου εξειδίκευσης στην Ιατρική Ερευνητική Μεθοδολογία και απόφοιτος της Νομικής σχολής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Μέλος Κ.Ε. ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.