Με αφορμή τη χθεσινή θλιβερή επέτειο του εμπρησμού στη Marfin, ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, αποφάσισε να ανοίξει ξανά μετά από 10 ολόκληρα χρόνια τον φάκελο της υπόθεσης, δίνοντας υπόσχεση στις οικογένειες των θυμάτων ότι οι ένοχοι για το έγκλημα, που μέχρι σήμερα παραμένουν ατιμώρητοι, θα αποκαλυφθούν.
Άραγε, ποιος ήταν Υπουργός Προστασίας του Πολίτη το 2010 επί κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου, όταν συνέβη αυτή η ανείπωτη τραγωδία που στοίχισε τη ζωή σε τρεις συνανθρώπους μας; Μα και πάλι, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. Σήμερα, αφήνει αιχμές για ολιγωρία και αδιαφορία της πολιτείας απέναντι στον πόνο των οικογενειών που έχασαν τον άνθρωπό τους, ξεχνώντας μάλλον ότι και τότε είχε τον ίδιο θεσμικό ρόλο όπως και σήμερα. Δηλώνει πως ανοίγει τον φάκελο ξανά. Τι απέγινε ο φάκελος που άνοιξε το 2010 που τελικά δεν οδήγησε πουθενά; Γιατί δεν έγινε τίποτα τότε; Γιατί έκλεισε τόσο γρήγορα, χωρίς απόδοση δικαιοσύνης, ενώ οι δολοφόνοι συνεχίζουν να κυκλοφορούν ελεύθεροι ανάμεσά μας; Τόσα ερωτήματα, και όμως, καμία απάντηση.
Ο Νίκος Φίλης, στο άκουσμα της απόφασης του κ. Χρυσοχοΐδη συμπύκνωσε μέσα σε μια πρόταση τα συναισθήματα και τις σκέψεις που γεννά η πρωτοβουλία του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη: «Πώς τον ξανανοίγει; Αφού ο ίδιος ήταν και τότε υπουργός και δεν έκανε τίποτα. Ήταν υπουργός τότε, είναι και τώρα. Ποιον φάκελο ανοίγει;»
Ολόκληρη η δήλωση του Μ. Χρυσοχοΐδη:
“Πριν 10 χρόνια Έλληνες έκαψαν Έλληνες, πολίτες έκαψαν συμπολίτες. Η δολοφονία στη Μαρφίν δεν ξεχνιέται. Ήταν ένα έγκλημα μίσους που δεν παραγράφεται, αυτό το στίγμα φανατισμού δεν ξεπλένεται. Οι φυσικοί αυτουργοί παραμένουν ατιμώρητοι. Είναι ζήτημα δημοκρατίας, είναι ευθύνη της Πολιτείας να τους οδηγήσει στη Δικαιοσύνη.
Η φρίκη της Μαρφίν μας θυμίζει ότι ιδέες που σκοτώνουν δεν είναι ανθρώπινες, παγώνουν τον πολιτισμό μας, μας στέλνουν πολύ πίσω στους εμφύλιους και στους διχασμούς που γεμίζουν με σκοτάδι την νεώτερη ιστορία μας.
Τα 10 χρόνια είναι διπλό μνημόσυνο για τα θύματα. Είναι ευθύνη, πως οι ένοχοι, που δεν τολμούν να εμφανιστούν, θα αποκαλυφθούν. Είναι υπόσχεση πως οι οικογένειές τους θα βρουν επιτέλους στην Πολιτεία, μετά από ταλαιπωρίες, ολιγωρίες και αδιαφορία, τον συνομιλητή, την αρωγή και αναγνώριση που αξίζουν.
Ας τους μνημονεύσουμε, 10 χρόνια μετά, στον καιρό της πανδημίας που μας ένωσε στη συνείδηση της κοινής μοίρας, κρατώντας αυτή τη σκέψη: Πόσο οι άνθρωποι σφάλλουν όταν διχάζονται αλλά και πόσα μπορούν να πετύχουν όταν συνεργάζονται”.